Πέμπτη 27 Μαΐου 2010

ρο


ραβασάκι
ροδάκινο
ραδιοφωνάκι

ρόδινος
ρευστός
ρομαντισμός

ρίζα και ριζώνω
ρεφρέν
ροκ

ρομάντζο
ρεμβάζω
ροδόνερο

κι ένας Ρεαλισμός να μας χαλάει
όλη την γλύκα που’ χει μέσα του το Ρο.

Κυριακή 9 Μαΐου 2010

19

Αν η πορεία της Τετάρτης ήταν παιχνίδι θα ήταν το 21.


Σ' ένα στρόγγυλο τραπέζι ντυμένο με τσόχα το Κράτος με τα σκυλιά του, οι αγωνιζόμενοι, οι συνδικαλιστές τους πιο δίπλα, και οι δημοσιογράφοι σε ρόλο ντίλερ.
Κάποιος γκαντέμης από το πλήθος που παρακολουθεί κόβει.
Στραβωμένη φάτσα, περίεργος τύπος, σκοτεινός, σαν να' χει βγει από βιβλίο του Κάφκα- ένα ελαφρό μειδίαμα διαγράφηκε στα χείλη του την ώρα που σήκωνε το μισή τράπουλα και την επανατοποθετούσε στο τραπέζι. Με ικανοποίηση έκοψε.
Παίζουμε πρώτοι.
Σταματάμε στο 18- με συντηρητικό παίξιμο- και με πέντε φύλλα.
Κάποιοι τολμηροί φώναζαν να τραβήξουμε- δεν τους αρκούσε- άλλοι πιο συγκρατημένοι (αν διέκρινα καλά συνδικαλιστές θα ήταν) επέμεναν να παραμείνουμε εκεί περιμένοντας την σειρά του κράτους να τραβήξει.
Ο Δημοσιογράφος- ντίλερ έκανε περιγραφές του παιχνιδιού με πάθος προσπαθώντας να δημιουργήσει κλίμα. Μας άγχωνε ότι δήθεν τάχα μου δεν έχουμε καλό φύλλο και πως οι πιθανότητες είναι μικρές για εμάς.

Το Κράτος τραβά δύο φύλλα και σκέφτεται. Αποκαλύπτει στη μάνα τα 3 φύλλα που κρατάει. 7 και 8 και 4.
Σύνολο δεκαεννέα.
Χαμογελά επιδεικτικά.
Δεκαεννέα λέει. Το δεκαεννέα είναι μυστήριος αριθμός, οι μόνοι του διαιρέτες είναι το ένα και ο εαυτός του.
Δύσκολα νικάς το 19.
Κάποιος από το κοινό πετάγεται απότομα. Πετά απροκάλυπτα ένα φύλλο στην μεριά του Κράτους. Όλα γίνονται γρήγορα. Είναι δύο είναι δύο! Φωνάζει κάποιος άλλος.
Έχω 21 είπε το Κράτος. Κέρδισα.
Επιβεβαιώνει ο Δημοσιογράφος- ντίλερ. Κέρδισε. Τα παίρνει όλα από την μάνα- Χώρα.

Ο κόσμος κοιτά χαμένος. Κάποιοι έψαχναν μάταια να βρουν τον τύπο που πέταξε το νικητήριο χαρτί στο Κράτος. Κάποιοι ψέλλιζαν κάτι σαν "προβοκάτορας" θα ήταν, "προβοκάτορας". Κάποιοι άλλοι δέχτηκαν με μοιρολατρία την ήττα μας. Δύσκολα νικάς το δεκαεννιά
Το παιχνίδι είχε λήξει. Τίποτα δεν θα άλλαζε.
Κανείς όμως δεν θυμήθηκε πως είχαμε 18, πως ήμασταν πολύ κοντά στη νίκη.
Όλοι εύκολα παραδέχτηκαν πως χάσαμε. Πως δύσκολα νικάς το δεκαεννιά.
Με απογοήτευση ο περισσότερος κόσμος αποχώρησε.

Πήγαν για ύπνο όλοι εκείνο το βράδυ συντετριμμένοι.
Ονειρεύτηκαν όλοι το ίδιο όνειρο.
«δεν είχαμε χάσει, απλώς όταν ήρθε η ώρα να μπούμε στη Βουλή μείναμε έξω για να θρηνήσουμε τους νεκρούς μας».